λάινε

λάινε
λά̱ϊνε , λάινος
of stone
masc voc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Σαξονία, Κάτω — (Niedersachsen). Ομόσπονδο κράτος (Land) της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, στο βόρειο τμήμα της. Έχει έκταση 47 349 τ. χλμ. και πληθυσμό 7 283 795 κατοίκους. Πρωτεύουσα είναι το Ανόβερο. Βρέχεται προς τα ΒΔ από τη Βόρεια θάλασσα, κατά… …   Dictionary of Greek

  • αρχιτεκτονική — Επιστήμη που αναφέρεται στην τέχνη της οικοδομικής και στους διάφορους ρυθμούς της. Ο όρος, στην ευρύτερη έννοιά του, σημαίνει την τεχνική και την επιστήμη της κατασκευής. Όπως δείχνει η ετυμολογία του, ο όρος αρχιτέκτονας προϋπέθετε, ήδη στην… …   Dictionary of Greek

  • βιομηχανία — Κάθε εργασία με την οποία μετατρέπεται μια πρώτη ύλη σε είδος χρήσιμο για τον άνθρωπο. Με τον όρο β. δηλώνεται στην οικονομική γλώσσα η δραστηριότητα που αποβλέπει να επαυξήσει την ωφελιμότητα και την αξία των ήδη υπαρχόντων αγαθών με τη… …   Dictionary of Greek

  • λάινος — λάϊνος, ΐνη, ον και λαΐνεος, έα, ον (Α) [λάας] 1. κατασκευασμένος από λίθο ή από μάρμαρο («πάντη γὰρ περὶ τεῑχος ὀρώρει θεσπιδαὲς πῡρ λάϊνον», Ομ. Οδ.) 2. μτφ. αυτός που έχει πέτρινη καρδιά, σκληρόκαρδος («λάϊνε παῑ, καὶ ἔρωτος ἀνάξιε», Θεόκρ.) …   Dictionary of Greek

  • Ανόβερο — (Hannover). Πόλη (516.800 κάτ. το 2002) της Γερμανίας, πρωτεύουσα του ομόσπονδου κράτους της Κάτω Σαξονίας. Είναι χτισμένη στον ποταμό Λάινε που εκβάλλει στον Άλερ, παραπόταμο του Βέζερ, σε υψόμετρο 55 μ. Παρότι ανοικοδομήθηκε με σύγχρονο ρυθμό… …   Dictionary of Greek

  • Βέζερ — (Weser). Ποταμός (790 χλμ.) της κεντρικής Ευρώπης, του οποίου η λεκάνη απορροής (46.000 τ. χλμ.) περιλαμβάνεται κατά μεγάλο μέρος στη Γερμανία. Εκβάλλει στη Βόρεια θάλασσα, δημιουργώντας ποταμόκολπο πλωτό ακόμα και για ποντοπόρα πλοία.… …   Dictionary of Greek

  • Φινλανδία — H Φινλανδία, που οι Φινλανδοί την αποκαλούν «Σουόμι», απλώνεται στο βορειοδυτικό άκρο της μεγάλης ρωσικής πεδιάδας και προβάλλει με χίλια χιλιόμετρα παραλίας, στους κόλπους της Φινλανδίας (Φιννικός) και της Bοθνίας (Bοθνικός). Tα ηπειρωτικά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”